Σελίδες

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

Κορνήλιος Καστοριάδης, ο επίκαιρος φιλόσοφος


Οι αναρτήσεις του μήνα ξεκινούν με μερικές από τις σκέψεις του Κ. Καστοριάδη, διατυπωμένες στην εκπομπή "ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ". Στο βίντεο που ακολουθεί, μπορείς να ακούσεις ολόκληρη τη συνέντευξη που έδωσε στην Τέτα Παπαδοπούλου και η οποία περιλαμβάνεται στο βιβλίο της ίδιας με τίτλο «Είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας», εκδ. ΠΟΛΙΣ, 2000.

Ξεκινώ λίγο ανορθόδοξα, με το κείμενο που διαβαζει η Λίνα Νικολακοπούλου στο 26' -περίπου- του βιντεο...
«Καλότυχος στάθηκε ο Δήμος των Αθηναίων για τούτη την κρίση των νομοθετών. Αν κάποιος επαναστατήσει ενάντια στο Δήμο με την πρόθεση να επιβάλλει τυραννικό πολίτευμα και να καταλύσει τον Δήμο και τη Δημοκρατία των Αθηναίων, εκείνος που θα τον σκοτώσει να τιμάται ως πρόσωπον ιερό. Κι ακόμη, αν έχει καταλυθεί ο Δήμος και η Δημοκρατία των Αθηναίων, να μην επιτρέπεται στους βουλευτές να ανεβαίνουν στον Αρειο Πάγο κι ούτε να συνεδριάζουν κι ούτε να αποφασίζουν για ο,τιδήποτε. Και, σε περίπτωση που ο Δήμος και η Δημοκρατία έχουν καταλυθεί, αν κάποιος από τους βουλευτές ανέβει στον Αρειο Πάγο για να παραστεί σε συνεδρίαση ή να λάβει κάποια απόφαση, και ο ίδιος και η οικογένειά του να ατιμάζονται, η περιουσία του να δημεύεται και το δέκατο να προσφέρεται στη Θεά.»

...και συνεχίζω με Καστοριάδη:

Μιλώντας για το περιοδικό "ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ή ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ", που εξέδιδε στο Παρίσι:
«...το πρόβλημα στις σύγχρονες δυτικές ανεπτυγμένες κοινωνίες δεν είναι το "οικονομικό" δεν είναι η σχετική ή απόλυτη απαθλίωση του προλεταριάτου. Ήμασταν πράγματι οι μόνοι που είπαμε ότι το πρόβλημα βρίσκεται αλλού, είναι πρόβλημα ελευθερίας και περιγράφεται περίπου ως εξής: κατά πόσον οι άνθρωποι -στις σύγχρονες δυτικές ανεπτυγμένες κοινωνίες- είναι ελεύθεροι στην παραγωγή, στην καθημερινή ζωή, στην οικογένεια, στην εκπαίδευση, κ.λπ.»


Μιλώντας για την αυτονομία:
Έως πού πάει η ατομική αυτονομία σε σχέση με τους κοινωνικούς κανόνες και, επίσης, τι σημαίνει κοινωνική αυτονομία; Πώς είναι δυνατόν να συμβιβαστεί η ατομική αυτονομία με την ύπαρξη κοινωνικών νόμων καθώς και με την ύπαρξη μιας εξουσίας; Διότι σε μιαν πραγματική δημοκρατία -άμεση δημοκρατία- η πλειοψηφία ασφαλώς ασκεί μιαν εξουσία και αυτοί που δεν συμφωνούν με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, παρά ταύτα, είναι υποχρεωμένοι να τις ακολουθούν.
Η λέξη αυτονομία, όπως όλες οι άλλες λέξεις και ιδέες της εποχής μας, έχει εκπορνευτεί. Αυτό συνέβη από το 1975-76, όταν διάφορες αυτοονομαζόμενες αυτόνομες ομάδες άρχισαν να κάνουν οτιδήποτε λέγοντας «είμαστε αυτόνομοι». Ξέρετε, στη λέξη αυτονομία υπάρχουν δύο ρίζες: αυτός (εγώ, ο ίδιος) και νόμος. Όμως οι περισσότεροι άνθρωποι σκέπτονται τη ρίζα αυτός και ξεχνούν τη ρίζα νόμος. Αυτόνομος, λοιπόν, είναι εκείνος που δίνει στον εαυτό του έναν νόμο.
Φυσικά, δεν θα αποκαλούσα αυτόνομο όποιον εκπληρώνει απλώς τις επιθυμίες του χωρίς κανένα φρένο και χωρίς κανέναν έλεγχο, όποιον θεωρεί πως νόμος είναι να κάνει ό,τι του κατεβαίνει κάθε στιγμή στο κεφάλι. Το ίδιο ισχύει και για την κοινωνία. Δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική και συλλογική ζωή χωρίς οργάνωση και χωρίς ένα minimum κοινών κανόνων. Δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική και συλλογική ζωή χωρίς ένα minimum αξιών και σκοπών. Εννοώ αξιών και σκοπών, που να τους συμμερίζονται όλα τα μέλη της κοινωνίας ή τουλάχιστον να μην τους αντιμάχονται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να προτιμούν να γίνει ρημάδι η κοινωνία παρά να πραγματοποιηθούν αυτές οι αξίες και οι σκοποί. (~20' βίντεο)

Απο αυτή την άποψη, αυτο που εννοώ ως αυτόνομη κοινωνία, είναι μια κοινωνία όχι η οποία είναι διαφανής, αλλά είναι μια κοινωνία η οποία ξέρει ότι δεν υπάρχει υπερβατικότητα, ότι δεν υπάρχει υπερβατική πηγή των θεσμών και των νόμων, ότι δεν υπάρχει μετά θάνατον ζωή.. αυτο που ξέραν οι αρχαίοι έλληνες, οι οποίοι δεν επίστευαν σε μετά θάνατον ζωή ή, αν επίστευαν στη μετά θάνατον ζωή, της δίναν ένα περιεχόμενο -όπως φαίνεται στην Οδύσσεια- που ήταν εκατό φορές χειρότερο από ότι είναι η επίγεια ζωή.. η οποία ξέρει, συνεπώς, πως ότι γίνεται εδώ κάτω και πως ό,τι έχουμε να κάνουμε, εμείς έχουμε να το κάνουμε και έχουμε να δώσουμε στους εαυτούς μας σαν κοινωνικό σύνολο, κανόνες και νόμους που να μας επιτρέπουν να υπάρχουμε σαν αυτόνομη κοινωνία και σαν αυτόνομα άτομα μέσα σε αυτή την κοινωνία. (~37' βίντεο)

Μιλώντας για την ετερονομία:
Έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε ότι διάφορες ιδέες και επιδιώξεις -όπως η ελευθερία, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η αλήθεια, κ.λπ.- είναι αυτονόητες. Έχουμε συνηθίσει μάλιστα να θεωρούμε ότι ο άνθρωπος παντού και πάντα προβληματιζόταν γύρω από αυτές, ότι τις προέβαλλε, ότι προσπαθούσε να δώσει απαντήσεις. Όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Πρόκειται για μια τεράστια ιστορική αυταπάτη. Το 98% της ανθρώπινης ιστορίας διαδραματίστηκε σε συνθήκες, στις οποίες οι άνθρωποι δέχονταν ως απολύτως αδιαμφισβήτητα όλα όσα τους επέβαλε -ως κριτήρια, αξίες, τρόπο ζωής, επιδιώξεις ζωής- η θεσμισμένη παράδοση της κοινωνίας τους.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Για έναν Εβραίο της εποχής που περιγράφει η Παλαιά Διαθήκη, το ερώτημα «ο Νόμος είναι ή δεν είναι δίκαιος;» δεν τίθεται δεν μπορεί να τεθεί. Γιατί; Διότι τον Νόμο τον παρέδωσε ο ίδιος ο Θεός -ο Ιεχωβάς- στο όρος Σινά στον Μωυσή, ο οποίος τον κατέγραψε σε πέτρινες πλάκες (οι γνωστές Δέκα Εντολές).
Το ίδιο φυσικά ισχύει -οι νόμοι είναι εκ Θεού, είναι δεδομένοι, δεν αμφισβητούνται κ.λπ.- και για όλες τις ασιατικές κοινωνίες, για τις αμερικανικές κοινωνίες (τις προκολομβιανές), για τις πρωτόγονες φυλές, για τις μεσαιωνικές ευρωπαϊκές κοινωνίες, για τη βυζαντινή κοινωνία ασφαλέστατα. Είπαμε ότι πρόκειται για το 98% της ανθρώπινης ιστορίας...
Υπάρχουν μόνον δύο κοινωνίες, από όσο εγώ γνωρίζω, όπου αυτά τα ζητήματα ανακινήθηκαν. Υπάρχουν μόνον δύο κοινωνίες και ιστορικές περίοδοι, όπου δημιουργήθηκε ένα κίνημα, το οποίο αφορούσε δυνάμει περίπου το σύνολο των κοινωνών, όπου οι άνθρωποι άρχισαν να θέτουν ερωτήματα και να αμφισβητούν. Τι; Να αμφισβητούν τις παραδοσιακές παραστάσεις για τον κόσμο, τις ιδέες, το τι αξίζει και τι δεν αξίζει, τι είναι δίκαιο και τι δεν είναι, τι είναι αλήθεια, πώς πρέπει να θεσμιστεί η κοινωνία, πώς πρέπει να ρυθμιστούν οι σχέσεις των ανθρώπων. Αυτές οι δύο κοινωνίες είναι η αρχαία ελληνική (από τον 8ο μέχρι τον 4ο π.Χ. αιώνα) και η δυτικοευρωπαϊκή (από το τέλος του Μεσαίωνα και μετά).
Όπως ξέρετε, η βασική μου θέση είναι ότι κάθε κοινωνία αυτοθεσμίζεται. Δηλαδή κάθε κοινωνία δημιουργεί τους θεσμούς της. Θεσμός είναι τα εργαλεία. Θεσμός είναι η θρησκεία. Θεσμός είναι οι αξίες. Θεσμός είναι η ρύθμιση των σεξουαλικών σχέσεων. Θεσμός είναι η ύπαρξη εξουσίας και ο τρόπος με τον οποίο επιβάλλεται και νομιμοποιείται. Κάθε κοινωνία δημιουργεί τους θεσμούς της. Όμως η ιδέα ότι οι θεσμοί είναι δική της δημιουργία, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, δεν υπάρχει στις περισσότερες κοινωνίες. Αντιθέτως, υπάρχει η ιδέα ότι οι θεσμοί ήρθαν από αλλού και γι' αυτόν τον λόγο μένουν άθικτοι.

Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε να κάνω μια εξήγηση σε ό,τι ονομάζω φαντασιακές σημασίες, οι οποίες ασφαλώς είναι ο κεντρικός πυρήνας των θεσμών κάθε κοινωνίας. Οι φαντασιακές σημασίες είναι αυτές που προσανατολίζουν τις αξίες και τη δραστηριότητα των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία' είναι σημασίες που με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να στηριχτούν, να δικαιολογηθούν ή να αναιρεθούν λογικά. Κανείς δεν μπορεί να αποδείξει ότι υπάρχει ο Ιεχωβάς ή ο Θεός των Χριστιανών. Εξ άλλου, με μιαν έννοια, η λογική αναίρεση της ύπαρξης του Ιεχωβά ή του Θεού των Χριστιανών δεν έχει κανένα ενδιαφέρον.

Η ιδέα ότι οι θεσμοί έρχονται από αλλού -δηλαδή ετερονομία της κοινωνίας- είναι πολύ παλιά ιστορία (υπάρχει ακόμη και σε πρωτόγονες κοινότητες). Η ετερονομία της κοινωνίας είναι το γεγονός ακριβώς ότι η κοινωνία αλλοτριώνεται μέσα στους θεσμούς τους οποίους δημιούργησε. Γιατί; Διότι δεν ξέρει ότι η ίδια τους δημιούργησε. Κατά κάποιον τρόπο δεν μπορεί να το ξέρει, της είναι τρομερά δύσκολο να το ξέρει.
Υπάρχει το περίφημο επιχείρημα του Ντοστογιέφσκι -που μπορεί να πάει πίσω μέχρι και τον Πλάτωνα και που, πάντως, εγώ προσωπικά το θεωρώ επιχείρημα υπαστυνόμου Β- σύμφωνα με το οποίο, «εάν δεν υπήρχε Θεός, όλα θα ήταν επιτρεπτά»! Δηλαδή χρειάζεται ένας Θεός, γιατί διαφορετικά όλα αυτά τα ρεμάλια θα έκαναν ό,τι τους κατέβαινε στο κεφάλι... Πάντως, παρά τη χυδαιότητα του, μιλώ για τη χυδαιότητα του επιχειρήματος του Ντοστογιέφσκι, το επιχείρημα αυτό εκφράζει μια βασική αλήθεια της θέσμισης των ετερόνομων κοινωνιών. Χρειάζεται δηλαδή να λεχθεί ότι οι θεσμοί έχουν έρθει από αλλού, για να μπορούν να κατοχυρωθούν οι θεσμοί. Εάν οι άνθρωποι έτσι ήξεραν ότι έκαναν οι ίδιοι τους νόμους τους, θα τους σεβόντουσαν; Ε, λοιπόν, εδώ οι αρχαίοι Έλληνες και οι αρχαίοι Αθηναίοι απαντούν: «Ναι, εμείς οι ίδιοι κάναμε τους νόμους μας και, όσο δεν τους έχουμε αλλάξει, τους σεβόμαστε και τους τηρούμε». Σ' αυτό το ζήτημα προσπάθησε να απαντήσει το νεότερο δημοκρατικό και επαναστατικό κίνημα. Με ποιον τρόπο; Προτάσσοντας την ιδέα ότι τους νόμους τους δημιουργεί ο ίδιος ο λαός και ότι αυτό δεν είναι λόγος να μην είναι σεβαστοί οι νόμοι.

Μιλώντας για την αμφισβήτιση:
Η αμφισβήτηση, όχι για την ευχαρίστηση της αμφισβήτησης. Η αμφισβήτηση, όταν υπάρχει λόγος. Η δυνατότητα της αμφισβήτησης, η δυνατότητα να μιλήσω αλλιώς. Η δυνατότητα να σκεφτώ διαφορετικά από ό,τι σκέφτεται η πλειοψηφία, το Κράτος, η Εκκλησία, το Κόμμα, ο δάσκαλος, οι γονείς ενδεχομένως. Η δυνατότητα να θέσω ως άτομο -ή να θέσει μια κοινωνική ομάδα ή μια πολιτική κίνηση- ερωτήματα. Ερωτήματα σχετικά με το εάν η σημερινή θέσμιση της κοινωνίας είναι δίκαιη ή όχι, εάν η ισότητα που επαγγέλλονται το Σύνταγμα και οι νόμοι υπάρχει πραγματικά ή δεν υπάρχει. Ε, λοιπόν, η δυνατότητα αμφισβήτησης είναι συμφυής με τα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνοδυτικής παράδοσης και μόνον αυτής, καμίας άλλης παράδοσης.

Μιλώντας για την σύγχρονη Ελλάδα:
Βρίσκω πολύ προβληματική, πολύ περισσότερο από άλλες χώρες, τη σύγχρονη Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Βεβαίως, σήμερα, παντού στον κόσμο υπάρχει το πρόβλημα «πού πηγαίνει η κοινωνία;», παντού υπάρχουν αντινομίες ανάμεσα σε ορισμένες εξελίξεις αποσύνθεσης και σε ορισμένα δείγματα ανανέωσης. Στην Ελλάδα όμως όλες αυτές οι αντινομίες είναι πολλαπλασιασμένες.
Πρώτα-πρώτα, υπάρχει η θεμελιώδης αντινομία, την οποία ο νεότερος ελληνισμός δεν κατάφερε ποτέ του να λύσει. Εννοώ αυτή την καταπληκτικά αντιφατική επίκληση δύο παραδόσεων τελείως ασυμβίβαστων μεταξύ τους: της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και, ταυτοχρόνως, της βυζαντινής.
Ή θεωρεί κανείς σημείο αφετηρίας τον Επιτάφιο του Περικλή ή είναι με τους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Ή θεωρούμε την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία πρότυπο και σπέρμα ή είμαστε με τη βυζαντινή θεοκρατία. Όμως τα δύο μαζί δεν συμβιβάζονται.
Σ' αυτήν τη θεμελιώδη αντινομία υπάγεται και κάτι άλλο. Αναφέρομαι στο γεγονός ότι όποια καθαρά νεοελληνική παράδοση πήγε να δημιουργηθεί, δεν μπόρεσε ποτέ να "σταθεροποιηθεί" δεν μπόρεσε να δώσει έργα που να είναι σταθμοί. Όποτε άρχισε μια σημαντική πολιτική ή κοινωνική προσπάθεια, ισοπεδώθηκε από μεγάλες καταστροφές και ιστορικά γεγονότα· γεγονότα που, κατά κάποιον τρόπο, δίνουν τον ρυθμό της νεοελληνικής ιστορίας. Η τελευταία από αυτές τις καταστροφές είναι ασφαλώς η αθρόα και ραγδαία εισβολή του σύγχρονου καταναλωτικού πολιτισμού. Έτσι, ένας τόπος που, με μιαν έννοια, δεν είχε αλλάξει από αιώνες, έγινε σμπαράλια μέσα σε μόλις είκοσι χρόνια. Και όταν λέω «ένας τόπος», δεν εννοώ μόνον τα τοπία. Εννοώ, κυρίως, τους ανθρώπους· τη στάση και την ποιότητα τους.



http://video.google.com/videoplay?docid=5502081768910930821
_________________
ΣΗΜ. οι τονισμένες (bold) φράσεις ειναι δική μου πρωτοβουλία.

2 σχόλια:

kopria είπε...

Επίκαιρος όσο ποτέ, ειδικά για τις πλατείες και το πρόταγμα της δημοκρατίας

Rodia είπε...

μακάρι να διαδοθει η σκεψη του..